Με αφορμή την επίσημη έναρξη των χειμερινών εκπτώσεων η ΕΣΕΕ δεχόμενη πολλά ερωτήματα από εμπόρους για το τι θα ισχύσει φέτος σε σχέση με πέρυσι και για ενδεχόμενη πρόωρη έναρξή τους, γνωστοποιεί ότι το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Ανάπτυξης για τον Αγορανομικό Κώδικα, που περιέχει αλλαγές στο καθεστώς των εκπτώσεων και προσφορών βρίσκεται ακόμη στο στάδιο του διαλόγου και δεν έχει νομοθετηθεί.
Ως εκ τούτου, για τις φετινές εκπτώσεις και με την επιφύλαξη ότι δεν θα προκύψει αιφνίδια νομοθετική ρύθμιση, θα ισχύσει κανονικά το γνωστό πλαίσιο του άρθρου 15 του ν. 802/1978, δηλαδή οι χειμερινές εκπτώσεις έτους 2013 θα αρχίσουν την Τρίτη, 15 Ιανουαρίου 2013 και θα λήξουν την Πέμπτη, 28 Φεβρουαρίου 2013
Ως προς την ειδικότερη διενέργεια των εκπτώσεων, οι συνάδελφοι πρέπει να προσέξουν τα εξής:
- Η αναγραφή διπλής τιμής, δηλαδή της παλαιάς (συνήθως διαγραμμένης) και της νέας τιμής των προϊόντων που πωλούνται με έκπτωση είναι υποχρεωτική στα εμφανή σημεία του καταστήματος και οπωσδήποτε στα σημεία όπου αυτά (τα προϊόντα) εκτίθενται.
- Η αναγραφή ποσοστού έκπτωσης δεν είναι υποχρεωτική και ανήκει στην διακριτική ευχέρεια της επιχείρησης εάν θα αναγράψει ποσοστό ή όχι. Σε περίπτωση που η επιχείρηση αναγράψει ποσοστό πρέπει να προσδιορίζεται ότι πρόκειται για έκπτωση (π.χ. «50% έκπτωση»).
- Η διενέργεια εκπτώσεων είναι στην διακριτική ευχέρεια της κάθε επιχείρησης.
- Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην ακρίβεια των εκπτωτικών αναγγελιών προς τον πελάτη. Η κάθε παροχή πρέπει να ταυτίζεται και να ανταποκρίνεται προς την αναγγελία, οικονομικά, ποσοτικά και ποιοτικά.
Κατά τη διενέργεια των τακτικών εκπτώσεων, απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή από τους συναδέλφους, γιατί οι κυρώσεις είναι βαρύτατες και δεν επιτρέπεται να επιβάλλονται λόγω λάθους.
Ειδικότερα:
Όσοι παραβαίνουν τις διατάξεις του νόμου διώκονται ποινικά και τιμωρούνται με φυλάκιση, ενώ, επιπλέον, τους επιβάλλεται πρόστιμο μέχρι ποσού ίσου με το 0,5% του ετησίου κύκλου εργασιών που πραγματοποιούν, το οποίο, σε περίπτωση υποτροπής, μπορεί να αυξάνεται μέχρι το 3% του ετησίου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.
Αν οι εκπτώσεις είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ως προς το ποσοστό τους ή ως προς την ποσότητα των προσφερόμενων με έκπτωση προϊόντων ή ενέχουν οποιασδήποτε μορφής απόκρυψη ή παραπλάνηση, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο χιλίων (1.000) μέχρι εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης.
Το εμπόριο στηρίζει τις ελπίδες του σε αυτές τις τακτικές εκπτώσεις, καθώς αποτελούν μία ανάσα μέσα στην βαθύτατη κρίση. Οφείλουμε, όμως, αφενός να διαφυλάσσουμε το θεσμό προς κάθε κατεύθυνση, αφετέρου να καταδείξουμε στο ευρύ κοινό ότι οι εμπορικές επιχειρήσεις, μέσα στην δύσκολη οικονομική συγκυρία, προσφέρουν την κατά το δυνατόν καλύτερη τιμολόγηση των προϊόντων τους μαζί με εγγυήσεις, σε αντίθεση με το παρεμπόριο, που πουλάει «φύκια για μεταξωτές κορδέλες» χωρίς καμία απολύτως διασφάλιση του καταναλωτή.
Ευελπιστούμε ότι οι εφετινές εκπτώσεις θα είναι μία παράταση της κίνησης της εορταστικής περιόδου έστω και με τον μειωμένο τζίρο του 2012, ενώ σύμφωνα με την πορεία του εμπορίου εκτιμάται ότι η μειωμένη κατανάλωση της τάξης του 18% θα μας ακολουθήσει και κατά τη διάρκεια των χειμερινών εκπτώσεων του 2013. Καλούμε τους Έλληνες καταναλωτές να εμπιστευθούν τις ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις, οι οποίες παλεύουν μέσα σε αντίξοες συνθήκες, να διατηρηθούν ανοικτές και να διατηρήσουν θέσεις εργασίας. Σε αυτή την προσπάθεια ας βρεθούμε όλοι μαζί.
Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΩΝ ΕΚΠΤΩΣΕΩΝ
Ο θεσμός των εκπτώσεων αποτελεί διαχρονικά μια πραγματική «ανάσα» για την ελληνική αγορά, ιδίως σε περιόδους που οι παράγοντες της οικονομίας στην κυριολεξία «ασφυκτιούν» κάτω από την πίεση της εκάστοτε οικονομικής κρίσης. Δυστυχώς, ορισμένοι αδυνατούν να κατανοήσουν τη σημασία της εν λόγω διευθέτησης και ακόμη περισσότερο αρνούνται να αποδεχτούν τη λογική του χρονικού περιορισμού με τους όρους που αυτός υπάρχει έως και σήμερα.
Η ιστορική εξέλιξη του θεσμού μπορεί να εξηγήσει καλά, γιατί ο αυστηρός προσδιορισμός των εκπτωτικών περιόδων ήταν μια προοδευτική εξέλιξη που ακολούθησε την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Οι τακτικές εκπτώσεις πρωτοπαρουσιάστηκαν ως σταθερός θεσμός στην αγορά στην πρώτη 20ετία του 20ού αιώνα (θεσμοθετήθηκαν για πρώτη φορά με το άρθρο 7 του Ν. 146/1914) και πραγματοποιούντο υπό όρους καθοριζόμενους πάντοτε με απόφαση του Υπουργού Αγορανομίας και Εμπορίου. Η παραβίαση των διατάξεων των εκπτώσεων θεωρείτο αγορανομική παράβαση, τιμωρούμενη σε βαθμό πλημμελήματος. Η πρώτη σημαντική μεταβολή έλαβε χώρα το 1959, οπότε και πλέον οι εκπτώσεις έλαβαν γενικό περιεχόμενο, καθοριζόμενο με Βασιλικό Διάταγμα, κατόπιν πρότασης του Υπουργού Εμπορίου. Ο διαθέσιμος αριθμός των περιόδων εκπτώσεων δεν περιοριζόταν σε δύο (χειμώνα – καλοκαίρι) αλλά, δυνητικά, ήταν ελεύθερος, κατά την κρίση του Υπουργού. Το ίδιο ίσχυε επίσης για το χρόνο έναρξης και την διάρκεια των περιόδων εκπτώσεων, που ήταν συνήθως μηνιαίες. Μολαταύτα, στο αυστηρό πλαίσιο της στενής διατίμησης των προϊόντων και της παρεμβατικότητας του Υπουργείου Εμπορίου, η ελευθερία των επιχειρήσεων να πραγματοποιούν εκπτώσεις ήταν περιορισμένη και άκρως ελεγχόμενη από τις αγορανομικές υπηρεσίες.
Το 1978, ο θεσμός εισέρχεται στην σύγχρονη εποχή, όταν ρυθμίστηκε με το άρθρο 15 του Ν. 802/1978, το οποίο, συνεχώς τροποποιούμενο, ισχύει ως σημείο αναφοράς ακόμη και σήμερα. Κατά την εισαχθείσα διατύπωση της διάταξης αυτής εν έτει 1978, οι εκπτώσεις ρυθμίζονταν για την κάθε περίοδο με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου ή –κατόπιν εξουσιοδότησης- του τοπικά αρμόδιου Νομάρχη. Ο αριθμός των περιόδων συνέχισε, δυνητικά, να είναι απεριόριστος και να έγκειται στην κάθε φορά κρίση του Υπουργού και των νομαρχών, ενώ η διάρκεια των εκπτώσεων ήταν αλλού μηνιαία και αλλού 20ήμερη, ανάλογα την περιοχή.
Η επόμενη τροποποίηση του άρθρου 12 του Ν. 1989/1991 άλλαξε δραματικά το τοπίο. Όρισε ως υπεύθυνους για τον καθορισμό των τακτικών εκπτώσεων τους Εμπορικούς Συλλόγους και περιόρισε τον αριθμό των περιόδων τακτικών εκπτώσεων σε δύο: Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου (χειμερινές) και Ιουλίου – Αυγούστου (θερινές). Ωστόσο, η διασταλτική ερμηνεία του νόμου, που επιβλήθηκε από τα πράγματα, σχετικά με το τι συνιστά Εμπορικό Σύλλογο δημιούργησε αναπόφευκτη σύγχυση για το ποιος καθορίζει τις εκπτώσεις, αλλά και στη διάρκειά τους με άλλοτε 20ήμερη, άλλοτε μηνιαία και άλλοτε 45νθήμερη.
Το θολό τοπίο ξεδιαλύνεται με τις τροποποιήσεις του άρθρου 10 του Ν. 2741/1999, παύει η αναρχία και οι εκπτώσεις καθορίζονται με απόφαση του Υφυπουργού Ανάπτυξης (Τομέα Εμπορίου), ύστερα από πρόταση της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, η οποία εγκαθιστά για πρώτη φορά περίπου το σημερινό σύστημα ημερομηνιών έναρξης και λήξης και την 45νθήμερη διάρκειά τους.
Έκτοτε, ο θεσμός ξαναβρήκε σιγά – σιγά την αξιοπιστία του. Με τις θετικές τροποποιήσεις του άρθρου 14 του Ν. 3377/2005 καταργήθηκαν οι υπουργικές αποφάσεις και οι ημερομηνίες διεξαγωγής έγιναν σταθερές. Ο επόμενος νόμος 3557/2007 εξειδίκευσε την απαιτούμενη περιπτωσιολογία (κυρίως εξαίρεσε από τις ρυθμίσεις του νόμου τις εκπτώσεις στα αυτοκίνητα) και καθόρισε το σημερινό πλαίσιο των χειμερινών – θερινών περιόδων, από 15 Ιανουαρίου έως 28 Φεβρουαρίου και από 15 Ιουλίου έως 31 Αυγούστου αντίστοιχα.
Η συνεισφορά των εκπτώσεων στη λειτουργία της ελληνικής αγοράς είναι πολλαπλή και θα πρέπει να αναλυθεί σε δύο αλληλοσυμπληρούμενα πεδία: το πρώτο πεδίο είναι το αμιγώς οικονομικό, στο βαθμό που η εν λόγω περίοδος δίνει τη δυνατότητα στους επιχειρηματίες να εξαντλήσουν τα υπόλοιπα της σεζόν και να μεταβούν με ομαλό τρόπο στην επόμενη. Από την πλευρά του ο καταναλωτής έχει περισσότερες δυνατότητες να πραγματοποιήσει αγορές με μικρότερο κόστος. Το δεύτερο πεδίο είναι το κοινωνικό/ψυχολογικό και αναφέρεται στη διευκόλυνση της κυκλοφορίας των αγαθών και τη συνακόλουθη βελτίωση της ψυχολογίας επιχειρηματιών και καταναλωτών. Σε μια περίοδο που η κοινωνική συνοχή έχει διαρραγεί, είναι σημαντικό να διαμορφώνεται ένα θετικό κλίμα στην αγορά και να βγαίνει προς τα έξω η αποφασιστικότητα των επιχειρήσεων ότι θα παλέψουν με την στήριξη των πελατών για την οικονομική τους επιβίωση.
Για τους Έλληνες εμπόρους οι εκπτώσεις θα πρέπει να αφορούν μόνο στα άψυχα προϊόντα και όχι στα κοινωνικά αγαθά όπως η υγεία, η παιδεία και η αξιοπρέπεια. Δυστυχώς, όλοι βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου μέρα με τη μέρα δεχόμαστε τη βαθμιαία συρρίκνωση του βιοτικού μας επιπέδου.
Λέμε λοιπόν ΝΑΙ στις εκπτώσεις των τιμών στην αγορά, αλλά οφείλουμε να πούμε ΟΧΙ στις εκπτώσεις της ζωής μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου